Συχνά οι γονείς υποκύπτουν στον πειρασμό να κριτικάρουν τα παιδιά τους. Προτού το κάνετε, διαβάστε ένα από τα κλασσικά αριστουργήματα της αμερικάνικης δημοσιογραφίας ‘Ο πατέρας συγχωρεί’ του Γ. Λίβινγκστον Λάρντ Είναι από τα λίγα κομμάτια, γεννημένο σε μια στιγμή γνήσιου και ειλικρινούς συναισθήματος, το οποίο άγγιξε κάποια ευαίσθητη χορδή όσων το διάβασαν. Έχει μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες και το έχουν διαβάσει σε σχολεία, εκκλησίες και σε διαλέξεις. Παραδόξως το έχουν χρησιμοποιήσει από πανεπιστημιακές εκδόσεις μέχρι σχολικές εφημερίδες. Μερικές φορές ένα μικρό κομμάτι φαίνεται να βρίσκει τη θέση του. Αυτό σίγουρα τη βρήκε.

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΣΥΓΧΩΡΕΙ (Γ. ΛΙΒΙΝΓΣΤΟΝ ΛΑΡΝΤ)

Άκουσε με γιε μου. Σου μιλάω την ώρα που κοιμάσαι, με τη μικροσκοπική σου γροθιά χωμένη κάτω από το μάγουλο σου και τις ξανθές σου μπούκλες σου κολλημένες στο ιδρωμένο μέτωπο σου. Γλίστρησα σαν κλέφτης στο δωμάτιο σου. Ακριβώς λίγα λεπτά νωρίτερα, καθώς καθόμουν και διάβαζα την εφημερίδα μου στη βιβλιοθήκη, με πλημμύρισε ένα κύμα τύψεων. Γεμάτος ενοχές, έφτασα στο προσκεφάλι σου.

Να τι σκεφτόμουν, γιέ μου, στάθηκα αυστηρός απέναντι σου. Σε μάλλωσα την ώρα που ετοιμαζόσουν για το σχολείο, επειδή έπλυνες βιαστικά το πρόσωπο σου. Σε κατσάδιασα επειδή δεν καθάρισες σχολαστικά τα παπούτσια σου. Σου έβαλα τις φωνές όταν έριξες μερικά από τα πράγματα σου στο πάτωμα. Στο πρωινό επίσης σε μάλλωσα για διάφορα που έκανες. Έφτυνες το φαγητό σου και λέρωνες το τραπεζομάντηλο. Ακουμπούσες στους αγκώνες σου στο τραπέζι, έβαζες πολύ βούτηρο στο ψωμί σου. Και όταν, καθώς άρχιζες να παίζεις με τα παιχνίδια σου κι εγώ ετοιμαζόμουν να φύγω για τη δουλειά, γύρισες και μου κούνησες το χέρι λέγοντας ‘Γειά σου μπαμπάκα’, εγώ σκυθρωπά σου απάντησα ‘Μην καμπουριάζεις’ Η ίδια ιστορία συνεχίστηκε και το βράδυ. Καθώς πλησίαζα στο σπίτι μας, σε κατασκόπευα να παίζεις με τους βόλους σου πεσμένος στα τέσσερα. Υπήρχαν τρύπες στις κάλτσες σου. Σε εξευτέλισα μπροστά στους φίλους σου όταν σου ζήτησα να με ακολουθήσεις αμέσως στο σπίτι. Οι κάλτσες κοστίζουν και αν ήσουν αναγκασμένος να τις αγοράσεις θα ήσουν πιο προσεκτικός! Σκέψου, γιε μου να το ακούς αυτό από τον πατέρα σου!Και θυμάσαι αργότερα που διάβαζα στη βιβλιοθήκη, που ήρθες μέσα δειλά, με ένα πληγωμένο βλέμμα στα μάτια σου; Όταν σε κοίταξα πάνω από την εφημερίδα μου ενοχλημένος για τη διακοπή, εσύ δίστασες. ‘Τι θέλεις’ ρώτησα ανυπόμονα. Εσύ δεν είπες τίποτα, μόνο έτρεξες με ασυγκράτητη ορμή προς το μέρους μου, τύλιξες τα χέρια σου γύρω από το λαιμό μου, με φίλησες και τα μικρά σου χέρια σφίχτηκαν με μια στοργή που ο Θεός φύτεψε στην καρδιά σου και που ούτε η αδιαφορία μου ήταν ικανή να σβήσει. Και μετά έφυγες και ανέβηκες τρέχοντας τη σκάλα.

Λοιπόν γιε μου, ήταν λίγα λεπτά αργότερα που η εφημερίδα γλίστρησε από τα χέρια μου και ένας φρικτός τρόμος με κατέκλυσε. Που με οδηγούσε η συνήθεια; Αυτή η συνήθεια μου να βρίσκω λάθη, να επιπλήττω, αυτή ήταν η ανταμοιβή σου που ήσουν αγόρι. Δεν είναι πως δεν σε αγαπώ, είναι πως προσδοκώ πολλά από τα νιάτα. Σε κρίνω με γνώμονα τα δικά μου χρόνια. Και υπάρχουν τόσο καλά και ευγενικά και αληθινά στοιχεία στο χαρακτήρα σου. Η μικρή καρδιά σου είναι μεγάλη σαν την αυγή που χαράζει πέρα από τους λόφους. Αυτό φάνηκε στην αυθόρμητη κίνηση σου να τρέξεις και να με καληνυχτίσεις μ’ένα φιλί. Τίποτε άλλο δεν έχει σημασία απόψε, γιε μου. Ήρθα στο προσκεφάλι σου μέσα στο σκοτάδι και γονάτισα ντροπιασμένος. Είναι μια αδύναμη εξιλέωση. Ξέρω πως δεν θα καταλάμβαινες τίποτε απ’όλα αυτά αν σου τα έλεγα όταν ησουν ξύπνιος. Όμως από αύριο θα γίνω ένας αληθινός μπαμπάκας. Θα γίνω φίλος σου και θα υποφέρω όταν υποφέρεις, θα γελάω όταν γελάς, θα δαγκώνω τη γλώσσα μου κάθε φορά που έρχονται στα χείλη μου ανυπόμονα λόγια. Θα επαναλαμβάνω στον εαυτό μου σχεδόν τελετουργικά ‘Είναι απλά ένα παιδί, ένα μικρό αγόρι’ Φοβάμαι πως με τη φαντασία μου σε έβλεπα σαν άντρα. Και όμως, όπως σε βλέπω τώρα, γιε μου, κουλουριασμένο και κουρασμένο στο κρεβατάκι σου, καταλαμβαίνω πως είσαι ακόμα μωρό. Χτες ακόμα ήταν που βρισκόσουν στην αγκαλιά της μητέρας σου, και το κεφάλι σου γερμένο στον ώμο της. Απαιτούσα πολλά, πάρα πολλά.

Αντί να καταδικάζουμε τα παιδιά, ας προσπαθήσουμε να τα καταλάβουμε. Ας προσπαθούμε να αντακαλύπτουμε γιατί έπραξαν όπως έπραξαν. Είναι πολύ πιο αποτελεσμάτικό και έξυπνο από την κριτική. Και ταυτόχρονα γεννάει συμπάθεια, επιείκια και καλοσύνη. Το να γνωρίζεις τα πάντα σημαίνει να συγχωρείς τα πάντα.